https://www.chameleonracks.gr/image/cache/catalog/blog/reed/reed-muse-1c-cover-top22-768x221-1170x600.jpg
user image

Reed Muse 1C Turntable – 3P Tonearm & Shelter Accord



Reed Muse 1C Turntable – 3P Tonearm & Shelter Accord Analog Heaven from Chameleon Audio!


Μετά από τη δοκιμή της κεφαλής Audio Technica AT-OC9III, η οποία σημειωτέον ήρθε την κατάλληλη στιγμή (η κεφαλή που χρησιμοποιούσα εδώ και 10 χρόνια, δηλαδή η ΖΥΧ 4D έφτασε να μην αποδίδει όπως πρέπει και θέλω λόγω ηλικίας), και την οποία ήμουν υποχρεωμένος, καθώς ήταν εντελώς του κουτιού, να «στρώσω», που σημαίνει να ακούσω μουσική από το πικάπ μου τουλάχιστον για 50-60 ώρες και όσο πιο σύντομα γίνεται, μπορώ να πω με απόλυτη ειλικρίνεια ότι μου άνοιξε η όρεξη για ακροάσεις των δίσκων βινιλίου που έχω στη συλλογή μου και που είχα σχεδόν απαξιώσει τα τελευταία χρόνια προτιμώντας την ψηφιακή αναπαραγωγή (λέτε να ήταν υποσυνείδητη επιλογή εξ αιτίας της πτώσης της ηχητικής ποιότητας της κεφαλής μου;). Και η αλήθεια είναι ότι έχω ακόμη αρκετούς δίσκους που δεν έχω ακούσει ούτε μια φορά, αποτέλεσμα της ομαδικής αγοράς που είχα κάνει κάποια στιγμή στο παρελθόν όταν κάποιος ήθελε να δώσει τη συλλογή του, και που ποτέ δεν βρήκα χρόνο, όχι να ακούσω αλλά ούτε να τσεκάρω σε τι κατάσταση είναι. Οπότε φαντασθείτε τη χαρά μου αλλά και την ανυπομονησία μου όταν έλαβα ένα τηλεφώνημα από το «αφεντικό» του hiendnews.gr Ντέμο Δραβόπουλο σχετικά με μια δοκιμή ενός πικάπ που κόστιζε μαζί με το βραχίονα και την κεφαλή του γύρω στα 17.000 ευρώ! Το ότι είπα το ναι αμέσως είναι εμφανές, αφού εδώ τελικά διαβάζετε τη δοκιμή του. Το ότι ήταν το νέο «εισαγωγικό» μοντέλο της Reed Muse 1C, από τη Λιθουανία, που έφερε τον πολύ καλό (διαβάστε πιο κάτω για να δείτε πόσο καλός είναι) βραχίονα 3Ρ αλλά και μια κεφαλή κινητού πηνίου Shelter που είναι ένα μοντέλο μόλις κάτω από το κορυφαίο της, από τη μία μου έκανε τη ζωή μου πιο εύκολη (ξέρετε πόσο δύσκολο είναι να ζήσει αλλά και να περιγράψει κανείς τον ήχο συσκευών που δεν σε συγκινούν;) και από την άλλη στα σίγουρα πολύ πιο ευχάριστη αφού τελικά οι ώρες μαζί του ήταν απολαυστικές σε όλα τα επίπεδα (αναμενόμενο μεν με μια συσκευή αυτής της κατηγορίας τιμής αλλά αρκετές φορές αβέβαιο).

Σύστημα πλήρες!

Το Muse 1C είναι ένα μεγάλο πικάπ, κι όταν λέω μεγάλο εννοώ σε όλους τους τομείς και φυσικά πολύ μεγάλο σε μέγεθος. Φαντασθείτε ότι ακόμη κι ο 12ιντσος βραχίονας επάνω του δείχνει …φυσιολογικός. Τι εννοώ; Ότι έχει πλάτος 55 εκατοστά και βάθος 40 εκατοστά. Κι επειδή τα τέσσερα ρυθμιζόμενα καθ’ ύψος πόδια του (μεταλλικά με ελαστική απόσβεση στο κάτω μέρος τους) βρίσκονται στα άκρα του απαιτεί για να «πατήσει» σωστά ένα ράφι που να είναι στο ελάχιστο στο πλάτος 55 εκατοστά με βάθος, επίσης στο ελάχιστο 40 εκατοστά. Και μεν το βάθος είναι κάτι που πρακτικά σχεδόν όλα τα ρακ διαθέτουν (έστω και οριακά μερικά αλλά το διαθέτουν) το πλάτος όμως αποτελεί για το μέσο όρο των ικριωμάτων μεγάλη πρόκληση. Το ρακ που διαθέτω για την τοποθέτηση των συσκευών υπό δοκιμή (όταν δεν είναι ενισχυτές που εκεί τους δοκιμάζω και στο πάτωμα – γρανιτένιο πλακάκι) είναι ένα σχετικά μεγάλων διαστάσεων ικρίωμα δύο ραφιών κατασκευής Audio Design. Παρόλα αυτά το πλάτος του Muse 1C αποδείχθηκε μεγαλύτερη πρόκληση απ’ όσο μπορούσε να αντέξει, κι έτσι αναγκάστηκα να τοποθετήσω επάνω στο ράφι του ρακ άλλο ένα λεπτό ράφι από HDF στις διαστάσεις του πικάπ, ώστε να στηριχθεί σωστά. Επίσης καθώς το ρακ είχε τα πλαϊνά του ελαφρά πιο υπερυψωμένα, χρειάστηκε να σηκώσω ελαφρά περισσότερο το ράφι της Audio Design με κώνους της CA Electronics (φυσικά εσείς μπορείτε να παραγγείλετε σε οποιονδήποτε Έλληνα κατασκευαστή ρακ θέλετε μια custom σε διαστάσεις κατασκευή που να χωράει τα πάντα, και λέω Έλληνα γιατί και ωραίες και πολύ ποιοτικές και custom κατασκευές κάνουν, και πρέπει τις ώρες που δεν έχει η αγορά χρήματα να τα ξοδεύουμε με τρόπο που να διευκολύνουμε την επανακυκλοφορία τους στη εσωτερικό της χώρας – η ταπεινή γνώμη μου πάντα…). Όλη αυτή η άσκηση τελικά με έκανε να δοκιμάσω κι άλλα υλικά στο συγκεκριμένο σημείο (μεταλλικά, ελαστικά υπό μορφή κώνων κλπ.) και να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι αν και δίχως εξεζητημένη απομόνωση το πλατό είναι αρκετά αναίσθητο στους κραδασμούς και διατηρεί το βασικό ηχητικό του χαρακτήρα (ή τελικά ήταν ο ηχητικός χαρακτήρας του ρακ;) με μικροδιαφορές ανάλογα με τη στήριξη (οι διαφορές αυτές είναι ουσιαστικές σε αποκαλυπτικά συστήματα αλλά όχι τόσο μεγάλες που να νομίζεις ότι ακούς άλλη συσκευή, ας μην υπερβάλλουμε). Κι έτσι κατέληξα στους κώνους της CA Electronics κάτω από το ράφι από σάντουιτς Corian καθώς με αυτούς το αποτέλεσμα μου άρεσε περισσότερο (Βασικό: αν αυτό που ακούμε είναι μεν άψογο τεχνικά αλλά δεν μας αγγίζει συναισθηματικά θεωρώ ότι δεν έχει καμιά απολύτως αξία (ίσως εκτός του να κάνουμε εντύπωση), οπότε αν και ξέρω ότι πρέπει να είμαι όσο το δυνατό αντικειμενικός κάποια στοιχεία υποκειμενικότητας, ανθρώπινο είναι, εισέρχονται στην εξίσωση της εκτίμησης, όχι πολλά αλλά κάποια επηρεάζουν το συμπέρασμα). Κι έτσι χώρεσε το πλατό…


Το σασί του οποίου είναι κατασκευασμένο από κάποιο υλικό που η εταιρία δεν αναφέρει και το οποίο σε χτύπημα δείχνει να συμπεριφέρεται ομαλά και ουδέτερα χωρίς κωδωνισμούς. Είναι δε βαμμένο και φινιρισμένο άψογα και παρ’ όλες τις μεγάλες διαστάσεις του «εξαφανίζεται» πολύ εύκολα στο χώρο (σαν μια stealth κατασκευή) κυρίως εξ αιτίας της απόχρωσής του. Η βάση του βραχίονα είναι μεταλλική (το πιθανότερο αλουμινένια), και το πλατό αποτελείται από ένα μεγάλο κομμάτι συνθετικό υλικό (κάποιου τύπου ακρυλικό με απόσβεση) που είναι έτσι φτιαγμένο ώστε το μεγαλύτερο μέρος του (όπως τα παγόβουνα…) να κρύβεται μέσα στο υπερυψωμένο σασί (που στα μάτια μου φέρνει σε πυργίσκο υποβρυχίου ένα πράγμα, τι τα θέλετε βλέπω πολλές ταινίες δράσης…) και να μη δείχνει τη μεγάλη κατά τα άλλα μάζα του. Το πλατό κάθεται επάνω σε ένα σχετικά λεπτό αλουμινένιο υποπλατό μεσαίας διαμέτρου το οποίο οδηγείται από έναν αρκετά λεπτό ιμάντα. Ο ιμάντας με τη σειρά του οδηγείται από δύο μοτέρ αντιδιαμετρικά τοποθετημένα τα οποία διαθέτουν ράουλα με ελαφρά διαφορετική διάμετρο που το αντίστοιχο μοτέρ τους έχει ελαφρά διαφορετική ταχύτητα. Οι κινητήρες είναι τοποθετημένοι μέσα σε ειδικούς ελαστικούς δακτυλίους (πορτοκαλί σε χρώμα στις φωτογραφίες) έτσι ώστε οι κραδασμοί από τη λειτουργία τους να μη μεταδίδονται στο σασί/πλατό και «ενοχλούν» το βραχίονα και την κεφαλή. Η οδήγηση των DC κινητήρων γίνεται από ειδικά κυκλώματα, ελεχγόμενα από κρύσταλλο Quartz, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται απόλυτη ακρίβεια και σταθερότητα στην περιστροφή του πλατό. Αυτό δίνει στο συγκεκριμένο πικάπ τη δυνατότητα πρακτικά όλων των ταχυτήτων περιστροφής (16, 33, 45 & 78 σαλ.) με δυνατότητα μικρορύθμισης της ταχύτητας των 33,3 και 45 σαλ. αλλά μόνο για εκείνη τη φορά (ή το δίσκο αν θέλετε) που παίζετε και ρυθμίζεται μέχρι να σταματήσετε το πλατό. Μετά το κύκλωμα οδήγησης κάνει reset και επιστρέφει στη σταθερή ταχύτητα που έχουμε επιλέξει, έτσι ώστε ο επόμενος δίσκος να γυρίσει στις σωστές στροφές (33,3 ή 45) κι όχι σε κάποια παραπλήσια τιμή που έχουμε ξεχάσει από προηγούμενη ακρόαση. Η τροφοδοσία των κυκλωμάτων οδήγησης γίνεται μέσω ενός τροφοδοτικού Sbooster 12VDC ενώ μπορείτε να δοκιμάσετε και το τροφοδοτικό της Reed με μπαταρία που προορίζεται για τα μεγαλύτερα μοντέλα και να δείτε αν η αλλαγή (που συμβαίνει στα σίγουρα!) στον ηχητικό χαρακτήρα του πικάπ σας ταιριάζει περισσότερο


.Muse 3P Tonearm – a piece of analog playback fine art.

Ο βραχίονας τώρα του πικάπ είναι ένα από τα μεγάλα ατού του. Διαθέτει πολύ σκέψη και φαντασία κυρίως ως προς τις μηχανολογικές λύσεις και συνδυασμούς που έχει τολμήσει να επιλέξει ο κατασκευαστής του. Επίσης δίνει στο χρήστη τη δυνατότητα να επιλέξει το υλικό κατασκευής του (δηλαδή το είδος του ξύλου), το φινίρισμα των μεταλλικών μερών του αλλά και της ποιότητας της καλωδίωσης, της επεξεργασίας αυτής και των ακροδεκτών τερματισμού του. Όλα τα παραπάνω καθορίζουν ουσιαστικά το κόστος του με αποτέλεσμα ο βραχίονας να ξεκινά από τα 3.850 ευρώ και από εκεί και πέρα ανάλογα με τις απαιτήσεις του πελάτη να ανεβαίνει πολύ. Μηχανολογικά είναι ένας συνδυασμός καρντανικής και σημειακής ανάρτησης με τη βοήθεια ισχυρών μαγνητών που επιτρέπουν στο συνδυασμό αυτό να έχει απόλυτη σταθερότητα χωρίς να επιβαρύνει το αποτέλεσμα με επιπλέον τριβές. Μάλιστα ο συγκεκριμένος βραχίονας επιτρέπει την κατά το παίξιμο ρύθμιση της δύναμης αντισκέϊτινγκ, της γωνίας VTA αλλά και τις γωνίας του αζιμουθίου


.Κι όλα τα παραπάνω με μέγιστη ακρίβεια! Το κέλυφος του βραχίονα είναι σταθερό και ο συγκεκριμένος βραχίονας που ήρθε με το πλατό είχε ως σώμα το βραζιλιάνικο ξύλο περμαμπούκο (pernambuco) που του δίνει ενεργή μάζα 20γρ. Τα καλώδια (litz) του συγκεκριμένου βραχίονα είναι κατασκευασμένα από την Heiko Wingender StereoLux-Musikanlagen και είναι επικαλυμμένα με το βερνίκι C37 (που τους δίνει πιο «μουσικό» ήχο και που χρησιμοποιώ σε όλες μου τις audio κατασκευές εδώ και χρόνια), ενώ τα καλώδια έρχονται από την αρχή μέχρι το τέλος χωρίς διακοπή, δηλαδή ολόκληρα από τα βύσματα της κεφαλής έως τα βύσματα RCA της KLEI (Keith Louis Eichmann Innovations). Κατά τα άλλα τα καλώδια έχουν υποστεί και κρυογενική διαδικασία, δηλαδή έχουν βυθιστεί σε υγρό άζωτο στους -190°C για βελτιωμένη ηχητική απόδοση)


Η κεφαλή της Shelter είναι το μοντέλο Accord, που βρίσκεται ακριβώς κάτω από το κορυφαίο μοντέλο της σειράς Ultimate, Harmony. Διαθέτει επιφάνεια στήριξης από ανθρακονήματα και σώμα (εξωτερικό) από τιτάνιο. Το στέλεχος είναι κατασκευασμένο από αλουμίνιο, ενώ η βελόνα είναι ελλειπτικού σχήματος (0,3×0,7mil). Η έξοδος της κεφαλής φτάνει τα 0,5mV, το βάρος της τα 100 γρ. και η εσωτερική της αντίσταση τα 15Ω. Η γεωμετρία της κεφαλής ρυθμίστηκε από τον αντιπρόσωπο όπως και η δύναμη ανάγνωσης (στα 1,95 γρ. περίπου).Συνολικά πρόκειται για ένα ιδιαίτερα καλοκατασκευασμένο πικάπ που και από τη μία «δείχνει» την αξία του και από την άλλη συμπεριφέρεται ανάλογα κατά τη χρήση. Ας δούμε τώρα πως τα πάει παίζοντας βινύλια…

Ηχητικά…

ο συγκεκριμένος συνδυασμός είναι ξεκάθαρα ένας από τους καλύτερους που έχω ακούσει ποτέ. Δεν θα μπω σε συγκρίσεις, από τη μια διότι δεν είχα κάποιο άλλο πικάπ που να είναι 100% «μάχιμο» για να το συγκρίνω, και από την άλλη διότι ακόμη και να είχα δεν είχα τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσω τον ίδιο προενισχυτή phono για να κρίνω τις αποδόσεις τους (για διαφόρους λόγους που δεν χρειάζεται να αναλύσω εδώ και τώρα). Επίσης όταν κανείς χρησιμοποιεί διαφορετικές κεφαλές το αποτέλεσμα είναι σίγουρο ότι θα διαφέρει, αν όχι σε επίπεδο επιδόσεων, στα σίγουρα σε χαρακτήρα (όπου εκεί εισέρχεται έντονα ο υποκειμενικός παράγοντας). Οπότε θα αρκεστούμε στις ακροάσεις του συγκεκριμένου συνδυασμού με δύο διαφορετικά phono και κυρίως ενός (Clearaudio Balance Plus με το επιπλέον τροφοδοτικό μπαταρίας Accu+) που ήταν 100% σε κατάσταση λειτουργίας (το άλλο –με λυχνίες κενού- ήταν ολοκαίνουργιο, δείτε «άστρωτο» και δοκιμάστηκε απλά στην αρχή αλλά εγκαταλείφθηκε όταν διαπίστωσα ότι άκουγα περισσότερο το χαρακτήρα του παρά αυτόν του πικάπ). Θα σας πως όμως τις παρατηρήσεις μου μετά από πάνω από 50 ώρες ακροάσεων αφού δηλαδή συνήθισα τον ήχο του συνδυασμού. Και θα ξεκινήσω με την εντυπωσιακή ικανότητα εκκίνησης του πλατό όπου μέσα σε σχεδόν μισή περιστροφή έχει πιάσει τη σωστή ταχύτητα! Επίσης θα σας πω για την εξαιρετικά σταθερή στη χρήση συμπεριφορά του βραχίονα όπου κατάφερνα με σχεδόν 100% επιτυχία να «βάλω» τη βελόνα ακριβώς στο σημείο που ήθελα!


Κατά τα άλλα ο ήχος του συγκεκριμένου συνδυασμού (πλατό / βραχίονας / κεφαλή / phono) ήταν άκρως απολαυστικός σε όλα του. Πρέπει να τονίσω ότι μόνο ως συνδυασμός μπορεί να κριθεί κάτι που εμπεριέχει πολλά συστατικά τα οποία δεν είναι γνωστά το καθένα από μόνο τους – αν και ζήτησα από τον αντιπρόσωπο να δοκιμάσω μια άλλη κεφαλή στο συγκεκριμένο πικάπ αυτό δεν έγινε δεκτό λόγω του μικρού (κατά τη γνώμη μου αλλά αποδεκτού ως πιθανότητα) κινδύνου να συμβεί κάποιο ατύχημα και να πάθει βλάβη η κεφαλή που ήδη ήταν τοποθετημένη, οπότε δεν μπορώ να είμαι βέβαιος με τις επιδόσεις του συστήματος πλατό/βραχίονας από μόνο του. Ας είναι. Τον ήχο, λοιπόν, του προαναφερθέντος συνδυασμού διέκρινε η σχεδόν (και λέω «σχεδόν» καθώς κρατώ επιφυλάξεις για ακόμη καλύτερες επιδόσεις με άλλα πλατό όπως δηλαδή με τα μεγαλύτερα μοντέλα της ίδιας της Reed) άριστη ισορροπία σε όλους τους τομείς, ενώ οι επιδόσεις του σε κάθε ένα τομέα ξεχωριστά ήταν τελικά πολύ ψηλά, πολύ πάνω από εκείνο που θεωρώ «πολύ καλό»! Πιο συγκεκριμένα και με βάση όλα όσα έχω κρατήσει στις σημειώσεις μου, ο ήχος του συνδυασμού ήταν μεν πολύ καθαρός, σα να «ξεμπέρδευε» ένα πράγμα τις ηχογραφήσεις (όσο πιο σύνθετες τόσο καλύτερα), με εντυπωσιακή και άνετη παρουσίαση των λεπτομερειών ακόμη και στο βάθος της σκηνής χωρίς όμως να χάνει στο παραμικρό τη σωστή αίσθηση του χρονισμού και την σημαντική κατά τη γνώμη μου απόδοση της «ψυχής» της μουσικής που ήταν γραμμένη στο δίσκο. Η ανάλυση αυτή έφερνε επίσης μια άριστη (ή και ακόμη παραπάνω) επίδοση στον πολύ δύσκολο τομέα της τρισδιάστατης απεικόνισης, με τη «σκηνή» να είναι στημένη ελαφρά πίσω από τη νοητή ευθεία που ενώνει τα ηχεία με πολύ μεγάλες διαστάσεις σε όλους του άξονες και εντυπωσιακή διακριτικότητα σε όλα τα σημεία της «σκηνής» αυτής. Κάτι τέτοιο αποτελεί ξεκάθαρο χαρακτηριστικό της σχεδόν πλήρους (νάτο πάλι το «σχεδόν», αλλά είπαμε όπου παρουσιάζεται είναι γιατί δεν είχα να το συγκρίνω με κάτι πολύ πιο ικανό/ακριβό) απουσίας κάθε είδους χρωματισμού υπό την έννοια των ιδιοσυντονισμών των εξαρτημάτων του συστήματος ξεχωριστά αλλά και του συνδυασμού τους. Και σα να μην έφτανε αυτό, περνώντας την τροφοδοσία του phonο αποκλειστικά σε μπαταρία (αντί για τη λειτουργία φόρτισης) ο ήχος έχανε (μόνο με άμεση σύγκριση του πριν/μετά γίνεται κάτι τέτοιο αντιληπτό) και την παραμικρή ιδέα «ηλεκτρονικίλας» (υπάρχει άραγε αυτή η λέξη;) και γινόταν ακόμη πιο ομαλός, πιο ευχάριστος, πιο φυσιολογικός, πιο ζωντανός. Άρα το σύστημα πλατό/βραχίονας/κεφαλή χρειάζεται ή μάλλον «απαιτεί» να συνδυαστεί με ένα εξαιρετικό προενισχυτή κεφαλής αν επιθυμείτε να πάρετε από αυτόν το 100% των δυνατοτήτων του. Γι’ αυτό προσοχή, αν δεν σας αρέσει κάποιος τομέας του αποτελέσματος μη βιαστείτε να κατηγορήσετε κάτι από τα μέρη του…


Inside Muse 1C analog world !

Οι χαμηλές και μεσοχαμηλές συχνότητες αποδόθηκαν με άριστο έλεγχο, ταχύτητα, περιγραφή και στην ατάκα αλλά και στην απόσβεση, με κανονικό όγκο και βάρος δηλαδή όχι ιδιαίτερα «φουσκωμένες» αλλά ούτε και πιο ισχνές του φυσιολογικού (εδώ παίζει σημαντικό ρόλο το phono και αδυνατώ να ξεχωρίσω το δικό του ρόλο από αυτόν του πικάπ, δηλαδή του συστήματος πλατό/βραχίονα/κεφαλής) ενώ εξ αιτίας αυτής της πάρα πολύ φυσιολογικής/φυσικής/ουδέτερης παρουσίασης αυτής της περιοχής όλες οι υπόλοιπες περιοχές αποδόθηκαν με μια ηρεμία και ησυχία που έβγαζε εύκολα κάθε λεπτομέρεια (ακόμη και την πιο χαμηλή σε ένταση) από κάθε νότα από κάθε όργανο στην επιφάνεια, αυξάνοντας τα επίπεδα αντιληπτικότητας. Μετά από όλα αυτά ακούγεται μάλλον ως επακόλουθο η ηρεμία και (ίσως πιο δόκιμος όρος) ψυχραιμία του συνδυασμού είτε έπαιζε κλασσική μουσική, είτε σόουλ, είτε ροκ είτε τζαζ. Κι αν κάποιες στιγμές η σχεδόν (κι αυτό έχει τεράστια σημασία) απόλυτη ουδετερότητα του ήχου του σε έκανε να νιώσεις ότι μπορεί το αποτέλεσμα ανάλογα με το πρόγραμμα να γίνει έως και ενοχλητικό, η ελάχιστη μεν αλλά υπαρκτή «γλύκα και ζεστασιά» που έκανε την παρουσία της γνωστή σαν διάφανο περίβλημα γύρω από όλα σε βοηθούσε να ξεπεράσεις τις όποιες φοβίες σου. Κι έτσι παλιές και έως και κακές (σε ποιότητα ήχου πάντα γιατί σε μουσική αξία δεν το συζητώ) ηχογραφήσεις όπως π.χ. του Otis Redding, όχι μόνο δεν ακούστηκαν ενοχλητικές (που έχει συμβεί με άλλα επίσης ακριβά πικάπ και πολύ περισσότερες στιγμές απ’ όσες θέλω να θυμάμαι στο παρελθόν) αλλά μέσα από τη συγκεκριμένη «ερμηνεία» αυτού το συνδυασμού και το (θα φτάσω μέχρι εκεί) σεβασμό που έδειξε στο εκάστοτε πρόγραμμα ξαναγνώρισα τα υπέροχα τραγούδια και την ανυπέρβλητη ερμηνεία του καλλιτέχνη και πέρασα μερικές ιδιαίτερα απολαυστικές στιγμές. Σ’αυτό βοήθησε και η άκρως ήρεμη, φυσική (ούτε μεταξένια αλλά ούτε και μεταλλική) απόδοση των υψηλών συχνοτήτων, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμη φορά το πολύ χαμηλό επίπεδο ιδιοσυντονισμών του συγκεκριμένου συνδυασμού. Η, δε, φωτεινότητα και η έκταση χωρίς όμως του συνήθεις τονισμούς (αλλά και το πολύ χαμηλό επίπεδο θορύβου των αυλακιών) χάρισε σ΄αυτή την περιοχή μια υπέροχη αίσθηση αέρα και λεπτομέρειας που σε έβαζε ακόμη περισσότερο στο κλίμα της ηχογράφησης. Πρέπει σ’ αυτό το σημείο να αναφέρω ξεχωριστά την πολύ θετική επίδραση που είχε το μεσαίο(;) σε μέγεθος clamp από γραφίτη της Chameleon Audio αλλά και το πόσο καλά είναι «δεμένο» όλο το πικάπ ως σύνολο (μαζί με το πολύ καλό δερμάτινο ματ που συνόδευε το πλατό), γεγονός που δείχνει πόση σκέψη αλλά και έρευνα έχει από πίσω της μια τέτοια κατασκευη


Chameleon Audio Showrooms – Audio Solution speakers, Icon Audio amplification & preamplification plus Reed turntables & Shelter cartridges. Cabling from Tellurium Q. The racks -of course- from Chameleon Racks !

Συμπέρασμα


Το Reed Muse 1C/3P/Shelter Accord αποτελεί ένα από τα καλύτερα πικάπ που έχω ποτέ συναντήσει, καθώς μέσα από αυτό άκουσα και χάρηκα όλα τα βινύλια που μπόρεσα να χωρέσω χρονικά στα πλαίσια αυτής της δοκιμής. Η ποιότητα κατασκευής και φινιρίσματος είναι κορυφαία, η αισθητική της παρουσίας του πολύ συμπαθητική και σχεδόν αόρατη με το χρόνο, παρά το μεγεθός του, ο πρακτικά άψογος ήχος του και ο πάρα πολύ υψηλός σε όλους τους τομείς βαθμός επιτυχίας του το κάνει στα μάτια μου τουλάχιστον να φαίνεται ως μια από τις καλύτερες (κυρίως σε μουσική απόλαυση) λύσεις εκεί έξω και γι’ αυτό δεν διστάζω να το συστήσω ανεπιφύλακτα. Αρκεί να το ζευγαρώσετε με ένα προενισχυτή κεφαλής πολύ υψηλής ποιότητας. Τότε μόνο θα πάρετε αυτό που μπορεί να δώσει και θα «δείτε/ακούσετε» τα λεφτά σας. Πάρα, πάρα πολύ ωραίο!

Σύστημα δοκιμής

phono stage: Clearaudio Balance+ με Accu+ τροφοδοτικό μπαταρίας,

Borbely Audio Super Buffer 2 (gain 6dB) pure class A προενισχυτής με shunta Vishay ποτενσιόμετρο,

dual mono ψηφιακός ενισχυτής βασισμένος στο TPA3116D2 (Texas Instruments), Sublime (σχεδίασης & κατασκευής μου) ηχεία με μονάδες Audio Technology & Scanspeak Illuminator,

φίλτρο ρεύματος DC blocker κατασκευής μου,

φίλτρα ρεύματος Isol-8 & Furman σε όλα πλην του πικάπ και phono (εκεί DC blocker και Lab12 Gordian AC φίλτρο), καλώδια Abbey Road Reference σε όλα τα σημεία πλην μεταξύ του phono και του προ (TelluriumQ), καλώδια ρεύματος Αbbey Road πλην του τροφοδοτικού του πικάπ (Audiomica), rack TAOC & Audio Design, αντικραδασμικά Symposium, Black Diamond Racing, Stillpoints, Franck Tchang Audio.

Reed Muse 1C πλατό (9.100 ευρώ),

Reed 3P 12” βραχίονας δοκιμής (4.490 ευρώ),

Shelter Accord κεφαλή (3.450 ευρώ)

σχεδίαση & τελική συναρμολόγηση/ποιοτικός έλεγχος στη Λιθουανία (Reed),

σχεδίαση & τελική συναρμολόγηση/ποιοτικός έλεγχος στην κατασκευή στην Ιαπωνία (Shelter).

Αντιπρόσωπος: Chameleon Audio, τηλ. 213.027.7796.


Πληροφοριες και τιμες εδω :

https://www.chameleonracks.gr/Reed%20turntable%20/MUSE-1C-en